κοσμικήν

κοσμικήν
κοσμικός
of the world
fem acc sg (attic epic ionic)

Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Look at other dictionaries:

  • προωδίνω — ΜΑ 1. κυοφορώ από πριν 2. (κυρίως μτφ.) προετοιμάζω τη διατύπωση μιας ιδέας που έχω ήδη συλλάβει στον νου («προωδίνειν τὴν κοσμικὴν ἰδέαν», Δαμάσκ. Αρχ.). [ΕΤΥΜΟΛ. < προ * + ὠδίνω «έχω ωδίνες τοκετού, εγκυμονώ σκέψεις, ιδέες»] …   Dictionary of Greek

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”